- βατί
- Πεδινός οικισμός (υψόμ. 150 μ., 188 κάτ.) της Ρόδου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ρόδου του νομού Δωδεκανήσου.
* * *το [βάτος (II)]ονομασία του σελαχοειδούς βατίς η γνησία.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Βᾶθ' — Βατί , Βατίς skate fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βᾶτ' — Βατί , Βατίς skate fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Βάθ' — Βατί , Βατίς skate fem voc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Süd-Rhodos — Stadtgemeinde Süd Rhodos Δήμος Νότιας Ρόδου (Νότια Ρόδος) … Deutsch Wikipedia
βάτος — I Μικρό ακατοίκητο νησί του Αιγαίου, που υπάγεται διοικητικά στον δήμο Οινουσσών του νομού Χίου. II Ονομασία τριών οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 880 μ., 151 κάτ.) στην πρώην επαρχία Βονίτσης και Ξηρομέρου του νομού Αιτωλοακαρνανίας.… … Dictionary of Greek
βατίς — ( ίδος), η (Α) [βάτος (Ι)] 1. πλατύ, αγκαθωτό σελαχοειδές, βατί, ράγια 2. είδος πτηνού που συχνάζει σε θάμνους 3. το δικότυλο φυτό βατίς ή θαλασσία … Dictionary of Greek
σελάχι — (I) και σιλάχι, το, Ν 1. δερμάτινη ζώνη με πτυχές στο μπροστινό μέρος, η οποία χρησίμευε ως θήκη για φορητά όπλα. [ΕΤΥΜΟΛ. < τουρκ. silāh «όπλο»]. (II) το / σελάχιον, ΝΑ, και σαλάχι Ν, και σαλάχιον ΜΑ, και ποιητ. τ. σελάχειον Α κοινή ονομασία … Dictionary of Greek